Tag Archives: hair
Vocabulary for Physical Description
People Vocabulary for Physical Description Age: (with the verb ‘to be’) twenty-one a young sixty-five fifty years old old elderly middle-aged youngish in her thirties in her mid-sixties infant toddler new-born Examples: She is fifty, years old. He was an … Continue reading
Θέλω να βάψω τα … μαλλιά μου!
Θέλω να βάψω τα … μαλλιά μου! ( Όχι, εγώ, πάντως .. κι ας είναι λίγο … γκρίζα!) Λέμε στην ελληνική: Η Μαρία άρχισε να βάφει τα μαλλιά της σκούρα. Mary started to dye her hair a darker colour. Η … Continue reading
40. Παρά…τρίχα!
40. Παρά…τρίχα! Αρκετά συχνά στην Ελλάδα ζούμε άσχημες εμπειρίες στου δρόμους της χώρας οδηγώντας αυτοκίνητο ή μοτοσυκλέτα. Πολλοί από εμάς λέμε μετά από μία τέτοια τραυματική εμπειρία: ‘ Γλίτωσα (τη σύγκρουση) παρά τρίχα!‘ Οι αγγλόφωνοι τι λένε; I had a … Continue reading